Ενεργειακή μετάβαση και κοινωνική διάσταση των Ενεργειακών Κοινοτήτων στην Ελλάδα

Ως ένας κοινωνικά καινοτόμος θεσμός, οι Ενεργειακές Κοινότητες (ΕΚοιν) μπορούν να συμβάλουν στη διαμόρφωση ενός νέου, δίκαιου ενεργειακού μοντέλου  χωρίς κοινωνικούς αποκλεισμούς. Σε τι βαθμό  έχουν όμως συντείνει σε αυτό το στόχο οι ελληνικές ΕΚοιν;  

Οι ΕΚοιν αποτελούν βασικό συστατικό στοιχείο της μετάβασης του ενεργειακού τομέα από τον άνθρακα σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ). Ως ΕΚοιν ορίζονται οι πρωτοβουλίες πολιτών, κατά τις οποίες άτομα, νοικοκυριά, επιχειρήσεις ή οργανισμοί, με γεωγραφική εγγύτητα ή κοινά συμφέροντα, συνεργάζονται για να παράγουν, να διαχειρίζονται και να καταναλώνουν ενέργεια από ΑΠΕ. Η συνεργασία αυτή διέπεται από τις διεθνείς Συνεταιριστικές Αρχές και επιτρέπει στους πολίτες να συμβάλλουν ενεργά στην ενεργειακή μετάβαση προωθώντας ένα πιο αποκεντρωμένο, δημοκρατικό και βιώσιμο σύστημα ενέργειας. 

Πρόκειται για έναν κοινωνικά καινοτόμο θεσμό με πολυδιάστατα οφέλη καθώς, πέρα από την απανθρακοποίηση της οικονομίας, δύναται να συμβάλει σημαντικά στην υλοποίηση της ευρωπαϊκής πράσινης μετάβασης με δίκαιο τρόπο και χωρίς κοινωνικούς αποκλεισμούς (π.χ. συμβάλλοντας στην αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας). Παρά τον αναμφισβήτητα σημαντικό ρόλο των ΕΚοιν στην ενεργειακή μετάβαση, η ανάπτυξη τους στην ΕΕ και την Ελλάδα έρχεται αντιμέτωπη με αρκετά εμπόδια, με αποτέλεσμα να μην αξιοποιείται το πλήρες δυναμικό τους. Η Ελλάδα, συγκεκριμένα, αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση ως προς την ανάπτυξη και την λειτουργία των ΕΚοιν. Συγκεκριμένα, παρότι το 2023, καταγράφηκαν  1.677 ενεργές οντότητες ΕΚοιν στην επικράτεια (ΓΕΜΗ, 2023), τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της πλειοψηφίας των οντοτήτων αυτών δεν συμβαδίζουν με τον ορισμό των Εκοιν από ειδικευμένους οργανισμούς, όπως η REScoop.eu, γεγονός που τελικά αλλοτριώνει και υποβιβάζει τη συμβολή τους στην ενεργειακή μετάβαση. 

Μια σύντομη ανάλυση του ρόλου των ΕΚοιν στη δίκαιη μετάβαση και την αντιμετώπιση της ενεργειακής ένδειας, καθώς και του σχετικού ευρωπαϊκού και εθνικού θεσμικού πλαισίου είναι απαραίτητη για την αποτίμηση της κατάστασης των ΕΚοιν στην Ελλάδα σήμερα. 

Ο ρόλος των Εκοιν για τη δίκαιη μετάβαση και την καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας 

Ο όρος δίκαιη μετάβαση στον ενεργειακό τομέα σχετίζεται με το σχεδιασμό ενός μηχανισμού στήριξης που θα εξασφαλίζει τη δυνατότητα ενεργούς συμμετοχής όλων των πολιτών στη διαδικασία της μετάβασης και, πιο συγκεκριμένα, την πρόσβασή τους στο νέο μοντέλο του ενεργειακού τομέα το οποίο θα βασίζεται στις ΑΠΕ. Υπό το πρίσμα αυτό, η συμμετοχικότητα, ως θεμελιώδης αρχή που χαρακτηρίζει τη λειτουργία των ΕΚοιν, εξασφαλίζει τον δίκαιο χαρακτήρα της ενεργειακής μετάβασης. Παράλληλα, η ενεργειακή φτώχεια συνδέεται έμμεσα με τη δίκαιη μετάβαση καθώς η πρώτη είναι πιθανό να αμβλυνθεί μέσα από πράσινες πολιτικές. Ως ενεργειακή φτώχεια νοείται η κατάσταση στην οποία ένα νοικοκυριό αναγκάζεται να μετριάσει την κατανάλωση ενέργειας σε βαθμό που επηρεάζει την υγεία και την ποιότητα ζωής των μελών του. Ο συνεταιριστικός χαρακτήρας των Εκοιν τις καθιστά καταρχάς μηχανισμό καταπολέμησης της ενεργειακής φτώχειας, καθώς επιτρέπει στα μέλη του συνεταιρισμού να παράγουν ενέργεια για την κάλυψη των αναγκών τους χωρίς να διαμεσολαβούν κερδοσκοπικές εταιρείες. Επίσης, η συμβολή των ΕΚοιν στην καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας έγκειται στην δυνατότητα τους να παρέχουν ενέργεια σε ευάλωτα νοικοκυριά από το πλεόνασμά της παραγωγής τους.  

Το 2022 στην Ελλάδα, το 18,7% του πληθυσμού αδυνατούσε να κρατήσει την κατοικία του επαρκώς θερμαινόμενη, γεγονός που τοποθετεί την Ελλάδα στην τρίτη υψηλότερη  θέση στην κατάταξη των κρατών-μελών της ΕΕ με βάση τα επίπεδα ενεργειακής φτώχειας  μετά την Βουλγαρία (22,5%) και την Κύπρο (19,2%) (Eurostat, 2023). Η ενεργειακή φτώχεια στην Ελλάδα βρίσκεται σε κρίσιμο στάδιο και ενδέχεται να επιδεινωθεί εν όψει της επικείμενης εφαρμογής του ΣΕΔΕ2. Τα παραπάνω στοιχεία αναδεικνύουν συνεπώς την σημασία των ΕΚοιν για την ελληνική κοινωνία.

Ευρωπαϊκό και εθνικό θεσμικό πλαίσιο για τις ΕΚοιν 

Το πακέτο μέτρων «Καθαρή Ενέργεια για Όλους τους Ευρωπαίους» αποτελεί τη βάση του νομοθετικού πλαισίου για τις ΕΚοιν σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Στοχεύοντας στην ενίσχυση της ενεργού συμμετοχής των πολιτών και των τοπικών φορέων στην αγορά της ενέργειας και στην ενεργειακή μετάβαση, το πακέτο συμπεριλαμβάνει δυο βασικές οδηγίες που αφορούν στη λειτουργία των ΕΚοιν, την οδηγία για τις ΑΠΕ (EE 2023/2413, RED III) και την οδηγία για την ηλεκτρική ενέργεια (ΕΕ 2019/944). Σε εθνικό επίπεδο, οι ΕΚοιν αποκτούν νομική υπόσταση ως αστικοί συνεταιρισμοί με τον νόμο 4513/2018, πριν δηλαδή την θέσπιση των σχετικών ευρωπαϊκών οδηγιών. Τον Μάρτιο του 2019, σημαντική και ιδιαίτερα προοδευτική εξέλιξη για τις ΕΚοιν αποτέλεσε το Φύλλο Εφημερίδας της Κυβέρνησης (ΦΕΚ), 759Β/2019, το οποίο επέτρεψε για πρώτη φορά τη συμμετοχή των ΕΚοιν στον εικονικό ενεργειακό συμψηφισμό, δηλαδή την κατανάλωση ενέργειας σε διαφορετικό τόπο από αυτόν που εκείνη παράγεται, με την προϋπόθεση ότι ο τόπος παραγωγής (δηλ. η εγκατάσταση ΑΠΕ) βρίσκεται στην ίδια περιφέρεια με την ΕΚοιν. Στο πνεύμα της προσαρμογής του εθνικού θεσμικού πλαισίου στις προαναφερθείσες ευρωπαϊκές οδηγίες, το 2023 ψηφίστηκε ο νόμος 5037/2023, ο οποίος αναδιαμόρφωσε σημαντικά τα δεδομένα λειτουργίας των ΕΚοιν. Από το πυκνό σύνολο μεταρρυθμίσεων ξεχωρίζουν:

  • ο επαναπροσδιορισμός τον ΕΚοιν και ο  διαχωρισμός τους σε δυο κατηγορίες, τις Κοινότητες Ανανεώσιμης Ενέργειας (ΚΑΕ) και τις Ενεργειακές Κοινότητες Πολιτών (ΕΚΠ) σύμφωνα με τις σχετικές ευρωπαϊκές οδηγίες που αναλύθηκαν στην ενότητα 3.1
  • η αύξηση του ελάχιστου αριθμού μελών για τη σύσταση κοινότητας οποιασδήποτε μορφής
  • η μείωση του ποσοστού του πλεονάσματος που μπορεί να αναδιανεμηθεί στα μέλη.

Απολογισμός και προβληματισμοί για την κατάσταση των ΕΚοιν στην Ελλάδα 

Παρότι το θεσμικό πλαίσιο διαμορφώνει το έδαφος για την ανάπτυξη των ΕΚοιν, η περιπλοκότητα που το χαρακτηρίζει, σε συνδυασμό με την αδυναμία του να περιφρουρήσει τον χαρακτήρα των ΕΚοιν, συνιστούν  σοβαρούς ανασταλτικούς παράγοντες στην ορθή και επαρκή ανάπτυξη του θεσμού στην Ελλάδα. Συνολικά, παρότι οι καταγεγραμμένες ΕΚοιν σήμερα είναι πολυάριθμες, επικρατεί η άποψη μεταξύ  ειδικών του χώρου ότι μόνο λίγες εξ αυτών συμβαδίζουν με τον ορισμό που διατυπώθηκε νωρίτερα. Αντιθέτως, η πλειοψηφία των ΕΚοιν λαμβάνουν μορφή κερδοσκοπικού χαρακτήρα γεγονός που έρχεται σε σύγκρουση με τις συνεταιριστικές αρχές υποβαθμίζοντας την κοινωνική τους υπεραξία. Ως εκ τούτου, στην περίπτωση της Ελλάδας, όπου η πλειοψηφία των ΕΚοιν έχουν κερδοσκοπικό χαρακτήρα, η συμβολή τους στη δίκαιη μετάβαση και την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας συνολικά είναι περιορισμένη. 

Πέραν του θεσμικού πλαισίου, ο περιορισμένος χώρος στο δίκτυο διανομής ενέργειας, η έλλειψη κατάλληλων χρηματοδοτικών εργαλείων για τις ΕΚοιν και η ανεπαρκής κινητοποίηση των φορέων υλοποίησης της δημόσιας πολιτικής κρίνονται ως εξίσου σοβαρά εμπόδια στην ανάπτυξη του θεσμού. Δεδομένου ότι η δίκαιη μετάβαση προϋποθέτει τη δυνατότητα συμμετοχής όλων των πολιτών στο υπό διαμόρφωση νέο ενεργειακό καθεστώς, η έλλειψη χώρου στο δίκτυο διανομής ενέργειας δημιουργεί έναν τεχνικό περιορισμό, ο οποίος αναπόφευκτα εμποδίζει την σύσταση νέων ΕΚοιν και περιορίζει τη διάσταση της συμμετοχικότητας. 

Προτάσεις για την ορθή και ευρεία ανάπτυξη των ΕΚοιν στην Ελλάδα

Ανακεφαλαιώνοντας, το θεσμικό πλαίσιο και η δημόσια πολιτική για τις ΕΚοιν στην Ελλάδα χρήζουν βελτίωσης ως προς τις ακόλουθες πτυχές:

  • τη μείωση της περιπλοκότητας, η οποία δημιουργεί σύγχυση στις υπάρχουσες ΕΚοιν και δυσχεραίνει την δημιουργία νέων
  • την περιφρούρηση των  θεμελιακών αρχών των ΕΚοιν
  • τη διασφάλιση ηλεκτρικού χώρου στο δίκτυο ειδικά για μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ΕΚοιν ή ΕΚοιν με πρωτοβουλία Δήμων για την καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας (και γενικότερα ΕΚοιν κοινωφελούς ή ευρύτερου αναπτυξιακού σκοπού)
  • τη διευκόλυνση πρόσβασης σε χρηματοδότηση των ΕΚοιν και την προσφορά ειδικών χρηματοδοτικών εργαλείων για την περαιτέρω ανάπτυξή τους.

Συνολικά, παρότι ο θεσμός των ΕΚοιν συνιστά ένα σημαντικό εργαλείο για τη δίκαιη ενεργειακή μετάβαση με πολυδιάστατα περιβαλλοντικά και κοινωνικά οφέλη, εν τέλει στην Ελλάδα οι δυνατότητές του δεν αξιοποιούνται επαρκώς. Ωστόσο, το γεγονός αυτό δεν πρέπει να επισκιάσει το πολύτιμο έργο που παράγουν οι μη κερδοσκοπικές ΕΚοιν στην Ελλάδα το οποίο χρήζει αναγνώρισης και ουσιαστικής υποστήριξης για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που ανακύπτουν από το σημερινό περιβάλλον πληθωριστικών πιέσεων, υψηλών κοινωνικών ανισοτήτων και κλιματικής κρίσης.  

* Η Αναστασία Σκάπουλα είναι Επιστημονική Συνεργάτιδα Παρατηρητηρίου Βιώσιμης Ανάπτυξης Ινστιτούτου ΕΝΑ

 

d