Business Plan 7ετίας με επενδύσεις 1 δισ ευρώ σε ΑΠΕ από το νέο σχήμα Macquarie - Enel Green Power

Το στίγμα της στάσης που πρόκειται να ακολουθήσει στην ελληνική αγορά των ΑΠΕ το νέο σχήμα της Macquarie - Enel Green Power δίνουν οι πρώτες πληροφορίες για το επιχειρηματικό του σχέδιο.

Στο επταετές, σύμφωνα με πληροφορίες, business plan του υπό σύσταση ιταλο -αυστραλιανού joint venture, προβλέπονται επενδύσεις 1 δισ ευρώ μέχρι το 2030, με έμφαση στις μπαταρίες, τα φωτοβολταικά, αλλά και τα αιολικά.

Το σήμα, όπως λένε οι ίδιες πηγές, είναι ότι οι Αυστραλοί μπήκαν στην Enel Green Power, όχι μόνο για να συνδιαχειρίζονται τα υφιστάμενα έργα και να αποκομίζουν τα ετήσια έσοδα, αλλά και για να επενδύσουν σε νέα, με έμφαση στην αποθήκευση, σε φωτοβολταικά, αιολικά, καθώς και σε νέες τεχνολογίες.

Σε αυτή την λογική, το υφιστάμενο ιταλικό χαρτοφυλάκιο των 566 MW στην Ελλάδα θα μπορούσε ακόμη και να υπερδιπλασιαστεί ως τα τέλη της δεκαετίας. Συνυπολογίζοντας στα σημερινά 59 αιολικά, ηλιακά και υδροηλεκτρικά έργα της EGPH, εγκατεστημένης ισχύος 482 MW τα έξι φωτοβολταικά υπό κατασκευή, 84 MW, αθροίζεται κάτι παραπάνω από μισό GW.

Και επειδή, υπό ανάπτυξη υπάρχουν επιπλέον φωτοβολταικά 11 MW στην Κοζάνη, το συνολικό σημερινό χαρτοφυλάκιο φτάνει στα 577 MW. Το νούμερο αυτό θα μπορούσε να φτάσει στα τέλη του 2030 ακόμη και σε πάνω από 1,2 GW με νέα έργα, εστιασμένα στις ΑΠΕ και τις μπαταρίες.

Στο ενδιαφέρον για νέα έργα κάνει εξάλλου αναφορά και η ανακοίνωση για την συμφωνία, μιλώντας για επέκταση των δραστηριοτήτων της EGP εκτός από τα αιολικά και τα φωτοβολταικά, και σε καινοτόμες λύσεις όπως η αποθήκευση και τα υβριδικά έργα.

Πως κατανέμονται στο νέο business plan οι επενδύσεις του 1 δισ ευρώ; Σε ποσοστά 50%-50%, όπως και τα μερίδια των δύο partner στο νέο σχήμα, όπου ο επικεφαλής Ευρώπης της Enel Green Power, Αριστοτέλης Χαντάβας, θα έχει κορυφαία θέση στην διοικητική ομάδα.

Τελειώνει έτσι ένα σίριαλ, το οποίο κράτησε μήνες, συνοδεύτηκε από σκληρά παζάρια μέχρι οι δύο πλευρές να καταλήξουν στο τίμημα των 345 εκατ ευρώ και να δεχθούν οι Αυστραλοί να αναλάβουν και δάνειο 100 εκατ ευρώ. Το enterprise value της συναλλαγής ανέρχεται περίπου στα 980 εκατ. ευρώ.

Eνας από τους λόγους της καθυστέρησης ήταν και η ανάγκη να ενημερωθεί η νέα διοίκηση της Enel, υπό τον μάνατζερ Flavio Cattaneo, τον οποίο επέλεξε η ιταλίδα πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι στην θέση του Φραντσέσκο Σταράτσε.

Σημειωτέον ότι αρχικά η Macquarie «φλέρταρε» από κοινού με την επίσης αυστραλιανή First Centier με την ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, αλλά αποχώρησε από την διεκδίκησή της και στράφηκε προς την απόκτηση της Enel Green Power Hellas.

Στόχος είναι, όπως λένε οι ίδιες πηγές, η νέα εταιρεία να αποκτήσει ένα ανταγωνιστικό pipeline και να πλασαριστεί ακόμη πιο ψηλά στην εγχώρια αγορά των ΑΠΕ  σε σχέση με την 4η θέση που κατέχει σήμερα. Με βάση τα στατιστικά και την αιολική ενέργεια που αποδίδεται στο δίκτυο, η Enel Green Power έχει 368 MW και μερίδιο 7,5%. Στις τρεις πρώτες θέσεις για το πρώτο εξάμηνο του 2023 βρέθηκαν η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή με 930 MW (18,9%), η ΜORE με 706 MW (14,3%) και η Iberdrola Rokas με 409 MW (8,3%). Την δε, EGP ακολουθεί στην 5η θέση η EREN με 250 MW (5,1%).

Με την ολοκλήρωση της συναλλαγής, η Enel Green Power και η Macquarie θα συνάψουν μια συμφωνία μετόχων η οποία θα προβλέπει τον από κοινού έλεγχο της EGPH.

Στην ανακοίνωση γίνεται και ειδική μνεία για την επίπτωση της συναλλαγής ως προς την μείωση του πολύ υψηλού χρέους της Enel, η ανάγκη περιορισμού του οποίου την ανάγκασε να αποεπενδύσει από σειρά χωρών, όπως την Ελλάδα και την Ρουμανία, οι δραστηριότητες της οποίας εξαγοράστηκαν από την ΔΕΗ, ενώ είχαν ήδη προηγηθεί πωλήσεις στην Χιλή και την Ρωσία.

Η συνολική συναλλαγή εκτιμάται ότι θα έχει θετική επίδραση στο ενοποιημένο καθαρό χρέος του ομίλου κατά περίπου 345 εκατ. ευρώ, ποσό που σχετίζεται με το 50% του μεριδίου που πωλήθηκε από την EGP και θα λογιστικοποιηθεί το 2023. Το ποσό αυτό δεν περιλαμβάνει τα περίπου 400 εκατομμύρια ευρώ ως καθαρό χρέος το οποίο από-ενοποιήθηκε το 2022, καθώς η EGPH είχε ήδη αναφερθεί ως “προοριζόμενη προς πώληση”. Επιπλέον, η συναλλαγή αναμένεται να έχει θετική επίδραση περίπου 390 εκατομμυρίων ευρώ στα επαναλαμβανόμενα EBITDA του ομίλου για το 2023.

 

 

σ