Κλιματική κρίση: Μα τι έχουν τα έρμα και ψοφάνε;

Ο Διευθυντής στο Ελληνικό Γραφείο της Greenpeace, Νίκος Χαραλαμπίδης γράφει για την προβολή και κυβερνητική διαχείρηση της κλιματικής κρίσης, οι οποίες περιορίζεται σε κάποιες από τις συνέπειές της (καύσωνες, πυρκαγιές και πλημμύρες) και δεν συνδέονται με τα απαραίτητα μέτρα για την πρόληψη και τον μετριασμό της.

Το αφήγημα της κλιματικής κρίσης είναι πλέον κυρίαρχο. Εμφανίζεται στην πολιτική ατζέντα καθημερινά σε σημείο που εύκολα συμπεραίνει κανείς ότι έχουμε καταλάβει τι έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Δημοσκοπήσεις, κυρίως από το ευρωβαρόμετρο, δείχνουν διαχρονικά την ελληνική κοινωνία να δηλώνει εξαιρετικά ευαισθητοποιημένη γύρω από την κλιματική αλλαγή, διεκδικώντας τα Ευρωπαϊκά σκήπτρα. Αν διαβάσουμε όμως ανάμεσα στις γραμμές, η εικόνα δυστυχώς είναι εντελώς διαφορετική.

Οι ίδιοι πολίτες που δηλώνουμε ευαισθητοποιημένοι για θέματα κλιματικής αλλαγής δεν μπορούμε να συνδέσουμε τη λύση είτε με προσωπικές μας καθημερινές επιλογές είτε με σχετικές κυβερνητικές πολιτικές και εξαγγελίες. Η εικόνα μας για την κλιματική αλλαγή περιορίζεται σε καύσωνες, πυρκαγιές και πλημμύρες, δηλαδή σε κάποιες από τις συνέπειές της, ενώ δεν φαίνεται να συνδέεται με τα απαραίτητα μέτρα για την πρόληψη και τον μετριασμό της.

Η οικονομική επισφάλεια, αποτέλεσμα πολυετούς οικονομικής κρίσης συνοδευόμενης από την πανδημία και πιο πρόσφατα από τον πόλεμο στην Ουκρανία και τις άγνωστες συνέπειές του στην οικονομία και την κοινωνία, φαίνεται ότι αποτελεί το απόλυτο φίλτρο μέσα από το οποίο βιώνουμε και την κλιματική αλλαγή. Έτσι, μία σειρά από μέτρα τα οποία σχετίζονται με τη μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης, τη μείωση της εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα, εκλαμβάνονται απλώς ως επιδοτήσεις με σκοπό την οικονομική ενίσχυση των αδύναμων (ή ως προεκλογικός μποναμάς). Με λίγα λόγια δεν γίνεται η σύνδεση της κλιματικής αλλαγής με την κοινωνική ανισότητα, με την ενεργειακή φτώχεια και την ανάγκη μείωσης της εξάρτησης της οικονομίας από τα ορυκτά καύσιμα, αλλά ούτε η αντίστροφη σύνδεση των ακραίων καιρικών φαινομένων με καθημερινές επιλογές μας ή κεντρικές πολιτικές.

Ο τελευταίος που φταίει για αυτή την κατάσταση είναι τελικά ο πολίτης, καθώς η κυβέρνηση επιδεικνύει απόλυτη ασυνέπεια μεταξύ εξαγγελιών και μέτρων. Από τη μία μεριά χτίζει το αφήγημα της απολιγνιτοποίησης ως απαραίτητο εργαλείο για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, παράλληλα όμως αυξάνει τις επενδύσεις σε ορυκτό αέριοπροωθεί τη δημιουργία νέων αγωγών και προωθεί εξορύξεις αερίου στα βάθη των θαλασσών. Όχι, αυτά δεν έγιναν με αφορμή τον πόλεμο στην Ουκρανία και την ενεργειακή κρίση που προκλήθηκε. Αυτά αποτελούσαν επιλογές της κυβέρνησης αρκετό καιρό πριν. Ο πόλεμος απλώς τις επιταχύνει.

Ταυτόχρονα, το αφήγημα για την ανάγκη αυξημένης διείσδυσης των ΑΠΕ δεν φαίνεται να αποκτά κάποιο έρεισμα στην Ελληνική κοινωνία. Οι σχετικές επενδύσεις αφορούν κάποιες ενεργειακές ελίτ / επιχειρηματικούς ομίλους, αγνοώντας τον ρόλο, τη συμμετοχή ή τα όποια οφέλη των τοπικών κοινωνιών. Ενδεικτικά αναφέρω περιπτώσεις χωρών με μεγάλη διείσδυση της αιολικής ενέργειας στο μείγμα τους, όπως είναι η Γερμανία και η Δανία, όπου πολύ μεγάλο μέρος των σχετικών επενδύσεων είναι συνεταιριστικές, δηλαδή με τη συμμετοχή απλών πολιτών, αγροτών, επιχειρηματιών κοκ. Το εγχείρημα για τη δημιουργία ενεργειακών κοινοτήτων με σκοπό την αυτοπαραγωγή παραμένει ακόμα σε νηπιακό στάδιο και ο κάθε ενδιαφερόμενος καλείται να τα βάλει με το τέρας της γραφειοκρατίας το οποίο προφανώς είναι ευρηματικό, εφευρετικό και ανθεκτικό. Αναλογιστείτε πόσο διαφορετική θα ήταν η κατάσταση σήμερα αν μεγάλο μέρος της χώρας, μεγάλο μέρος των νοικοκυριών, κάλυπτε μέρος των ενεργειακών του αναγκών μέσα από μικρές μονάδες φωτοβολταϊκών και αιολικών. Αναλογιστείτε πόσο διαφορετική θα ήταν η συζήτηση σήμερα, αν αντί για το καχεκτικό πρόγραμμα “εξοικονομώ” είχαμε ένα φιλόδοξο εθνικό πρόγραμμα με στόχο τη ριζική ενεργειακή αναβάθμιση του συνόλου του κτιριακού αποθέματος.

Ο πολίτης έρχεται καθημερινά αντιμέτωπος με τη δυσαρμονία εξαγγελιών και μέτρων από την πλευρά της κυβέρνησης. Παραδείγματα; Αμέτρητα.

Ο πρωθυπουργός εξαγγέλλει στη Μασσαλία την ανακήρυξη του 30% των θαλασσών μας σε προστατευόμενες περιοχές ως απαραίτητο μέτρο για την προστασία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων, τα οποία αποτελούν και μία από τις καλύτερες ασπίδες για την κλιματική αλλαγή. Την επόμενη στιγμή, υπηρεσίες του αρμόδιου Υπουργείου εξηγούν ότι δεν χρειάζεται να πάρουμε νέα μέτρα γιατί ήδη μέσα από διάφορους περιορισμούς στην αλιεία και τα λοιπά, περίπου το 40% των θαλασσών στην Ελλάδα προστατεύεται. Άρα δεν χρειάζεται να κάνουμε τίποτα.

Ο πρωθυπουργός ανακοινώνει σε κάθε τόνο και με κάθε τρόπο τη σημασία της προστασίας του περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας. Μέρες αργότερα έρχονται στη Βουλή για επικύρωση αποφάσεις για εξαιρέσεις και νομιμοποιήσεις αυθαιρέτων μέσα σε δασικές εκτάσεις. Το πιο πρόσφατο είναι ίσως και το “καλύτερο”: ο υπουργός περιβάλλοντος φέρνει για ψήφιση νομοσχέδιο με πληθώρα διατάξεων και με χρόνο διαβούλευσης μόλις 7 ημέρες, στο οποίο προτείνεται η νομιμοποίηση παρεμβάσεων μέσα σε ζώνες απόλυτης προστασίας, ενώ σε περιοχές προστασίας της φύσης προτείνεται να επιτρέπονται ακόμα και οι εξορύξεις.

Αν λοιπόν κάποιος απορεί γιατί ο πολίτης είναι σκεπτικός απέναντι στις κυβερνητικές εξαγγελίες, δεν έχει παρά να δει ολόκληρη την εικόνα. Η πολιτεία φέρεται με απόλυτη ασυνέπεια, συμπεριφέρεται στον πολίτη σαν να είναι πελάτης τον οποίο επιδοτεί για να τον κρατάει κοντά της, ενώ οι πράξεις της είναι εντελώς αντίθετες από τις εξαγγελίες της. Κάποιος θα ισχυριστεί ότι αυτό γινόταν πάντα. Μεγάλη αλήθεια. Απλώς η σημερινή πραγματικότητα δεν μας επιτρέπει να επαναλαμβάνουμε τα λάθη του παρελθόντος, δεν μας επιτρέπει να επαναλάβουμε τα λάθη που μας οδήγησαν ως εδώ. Όπως μας έδειξε και η πανδημία, η συνέπεια μέτρων και πολιτικών είναι κλειδί για να κερδηθεί η εμπιστοσύνη του πολίτη και από εκεί η συμμετοχή του. Όσο ο πολίτης είναι απέναντι στα μέτρα και περιμένει απλώς το σχετικό “καρότο”, η αντιμετώπιση της κρίσης είναι αναποτελεσματική.

Καθώς μπαίνουμε όλο και πιο βαθιά σε μία συνδυασμένη κλιματική κρίση και κατάρρευση της βιοποικιλότητας, οι οποίες αμφισβητούν, όπως αναγνωρίζουν και τα πλέον επίσημα χείλη, το κυρίαρχο αναπτυξιακό και οικονομικό μοντέλο, η μετάβαση σε μία διαφορετική πραγματικότητα δεν θα είναι εύκολη και σίγουρα δεν μπορεί να γίνει με την κοινωνία απέναντι.

Κύριε πρωθυπουργέ, δεν γνωρίζω αν έρχονται εκλογές, παρά τις σχετικές διαψεύσεις σας, γνωρίζω όμως ότι θα πρέπει να επιλέξετε. Δεν μπορεί να είστε “και με τον αστυφύλαξ και με τον χωροφύλαξ”. Είτε αντιμετωπίζουμε τη μεγαλύτερη απειλή για τον ανθρώπινο πολιτισμό, αυτή της κλιματικής κρίσης σε συνδυασμό με την κατάρρευση της βιοποικιλότητας, και προχωράμε στις απαραίτητες ενέργειες, μέτρα, τομές και πολιτικές, είτε συνεχίζουμε να αναπαράγουμε τη σημερινή κατάσταση με εξαιρετικά αθροιστικά προβλήματα για την κοινωνία, την οικονομία, την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον, μεταθέτοντας τις απαραίτητες αλλαγές σε επόμενες κυβερνήσεις. Αυτό που γίνεται εδώ και δεκαετίες δηλαδή. Μόνο που ο χρόνος έχει τελειώσει και ο κλήρος έλαχε σε εσάς. Μην τον εξαργυρώνετε με προεκλογικές εξαγγελίες παλαιάς κοπής.

*Ο Νίκος Χαραλαμπίδης είναι Διευθυντής στο Ελληνικό Γραφείο της Greenpeace