Μπορεί η Αθήνα να γίνει πόλη των 15 λεπτών;

Σύμφωνα με το θεωρητικό μοντέλο του γνωστού ακαδημαϊκού Κάρλος Μορένο, η καθημερινότητα μιας σύγχρονης πόλης χωράει σε ακτίνα λίγων λεπτών. Ζητήσαμε από τον ίδιο αλλά και άλλους ειδικούς να μας εξηγήσουν πόσο πιθανό είναι κάτι τέτοιο για την ελληνική πρωτεύουσα

Στο αίθριο της Δημοτικής Αγοράς Κυψέλης, περισσότεροι από 100 Αθηναίοι σημειώνουν με μολύβι τις καθημερινές τους διαδρομές πάνω σε χάρτες: πώς φτάνουν στη δουλειά τους, πώς πηγαίνουν στο σούπερ μάρκετ, πώς παίρνουν τα παιδιά τους από το σχολείο. Το πρώτο συμμετοχικό εργαστήριο του Δήμου για τις «ανοιχτές γειτονιές 15 λεπτών», το οποίο πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Ιούλιο,  επιβεβαιώνει αυτό που λίγο-πολύ όλοι γνωρίζουμε: πόσο δύσκολη, έως και επώδυνη, είναι η καθημερινή μετακίνηση στην πόλη – ακόμη και για αποστάσεις λίγων εκατοντάδων μέτρων. Οι μαρτυρίες επαναλαμβάνονται: στενά πεζοδρόμια, παρκαρισμένα αυτοκίνητα, κίνηση στους δρόμους. Το μοντέλο της «πόλης των 15 λεπτών» -που εφαρμόζεται ήδη σε πόλεις όπως το Παρίσι και η Μελβούρνη- προτείνει ένα διαφορετικό αστικό πλαίσιο, όπου μπορείς να έχεις ό,τι χρειάζεσαι καθημερινά, χωρίς να διασχίσεις ολόκληρο τον αστικό λαβύρινθο: σχολεία, πάρκα, πρωτοβάθμια υγεία, ακόμα και καφετέριες, όλα μέσα σε μία δεκαπεντάλεπτη ακτίνα, χωρίς την ανάγκη μετάβασης στο κέντρο ή σε άλλο δήμο.

Ο στόχος του εργαστηρίου δεν είναι ένα αυστηρό master plan, αλλά η προτεραιοποίηση διαδρομών και η ανασχεδίασή τους μέσα από συμμετοχικές, ευέλικτες και βιωματικές διαδικασίες. «Πρόκειται για μια διαφορετική προσέγγιση, η οποία έρχεται σε αντίθεση με ένα σχέδιο που έχει συλληφθεί εντός των τεσσάρων τοιχών ενός γραφείο και όταν καλείται να εφαρμοστεί, συχνά αποτυγχάνει στο επίπεδο της υλοποίησης»», εξηγεί η Δρ. Σοφία Τσάδαρη, αρχιτέκτων-πολεοδόμος και συνιδρύτρια της Commonspace Co-op, η οποία ανέλαβε τη διοργάνωση του εργαστηρίου. Τι ακριβώς, λοιπόν, προσφέρουν οι κάτοικοι της 6ης δημοτικής κοινότητας -Κυψέλη, Πλατεία Βάθης, Πολύγωνο- καθώς καταγράφουν τις προσωπικές τους διαδρομές; Τη δική τους πολύτιμη και επιτόπια εμπειρία για τα σημεία όπου παρουσιάζονται δυσκολίες και η κινητικότητα των πολιτών… σκοντάφτει.

Οι μεγάλες προκλήσεις

Η Αθήνα μοιάζει, στα χαρτιά, ιδανική για το μοντέλο των 15 λεπτών: έχει μεγάλη ποικιλία χρήσεων σε ακτίνα λίγων λεπτών και υψηλή πυκνότητα (μεγάλη συγκέντρωση κατοίκων σε μικρό χώρο). Όμως, η καθημερινή εμπειρία των κατοίκων διαψεύδει την υπόθεση, και είναι συχνά τραυματική. «Όντως, θεωρητικά, η Αθήνα είναι ιδανική για το μοντέλο λόγω της πολυλειτουργικότητας», σημειώνει η Ελένη Κατρίνη, αρχιτέκτων και μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο ΕΜΠ. «Αλλά το πρόβλημα είναι οι ίδιες οι διαδρομές — δεν είναι φιλικές προς τους πεζούς».

Η μετακίνηση στην Αθήνα, δηλαδή, δεν εξαρτάται από το αν κάτι βρίσκεται κοντά, αλλά από το αν μπορείς να το φτάσεις. Η έλλειψη σκιάς, τα ανισόπεδα και στενά πεζοδρόμια, η αδυναμία προστασίας από καιρικά φαινόμενα μετατρέπουν ακόμα και μια απλή βόλτα σε καθημερινό άθλο. «Ειδικά για γονείς με καροτσάκι, για ηλικιωμένους ή για άτομα με κινητική αναπηρία, το να βρίσκονται για 15 λεπτά στον δρόμο δεν σημαίνει ότι έχουν καλύψει μεγάλη απόσταση», τονίζει η ίδια. Στην εξίσωση αυτή, η κλιματική πραγματικότητα της Μεσογείου είναι καταλυτική. «Δεν μπορείς να περπατήσεις 15 λεπτά τον Ιούλιο», λέει η Κατρίνη. «Ίσως στην Αθήνα να πρέπει να μιλάμε για γειτονιές των 5 ή 10 λεπτών».

Ο υπερτουρισμός αλλοιώνει σταδιακά τον χαρακτήρα ολόκληρων γειτονιών. Οι παραδοσιακές υπηρεσίες υποχωρούν μπροστά στις ανάγκες του προσωρινού επισκέπτη, είτε πρόκειται για μακροχρόνιους τουρίστες, είτε για ψηφιακούς νομάδες. «Ολόκληρες γειτονιές μετατρέπονται σε καφέ-εστιατόρια, Airbnb, ξενοδοχεία μπουτικ, δημόσιες υπηρεσίες επανατοποθετούνται σε άλλα γραφεία. Οι μόνιμοι κάτοικοι μετακινούνται αλλού», λέει η Κατρίνη. Ο Μορένο προσθέτει σε αυτό την απώλεια της αυθεντικότητας. «Η μείωση των διαθέσιμων κατοικιών πιέζει τους ντόπιους, η στέγαση γίνεται απρόσιτη στους μόνιμους κατοίκους και τους φοιτητές, ενώ τα καταστήματα προσαρμόζονται στις επιθυμίες των τουριστών – φέρνοντας προϊόντα από όλο τον κόσμο, συχνά με μεγάλο οικολογικό αποτύπωμα». Το τοπίο αλλάζει – όχι μόνο πολεοδομικά, αλλά και πολιτισμικά. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι τιμές ανεβαίνουν, η κατοικία σπανίζει, η καθημερινή ζωή χάνει τη συνοχή της, και τελικά παρότι όλα όσα μπορεί να υπόσχεται μια γειτονιά των 15 λεπτών είναι παρόντα, μπορεί να μην είναι στην πράξη διαθέσιμα.

Από το κέντρο στις γειτονιές

Για τον Μορένο, η αλλαγή θα πρέπει να ξεκινήσει από το επιχειρησιακό μοντέλο της πόλης, το οποίο πρέπει να πάψει να περιτριγυρίζεται από την παροχή τουριστικών υπηρεσιών. «Πρέπει να σταματήσει η υπερσυγκέντρωση εργασίας στο κέντρο», λέει. Η λύση: ήπια κινητικότητα (ποδήλατα, ηλεκτρικά πατίνια, κλπ), τοπική οικονομία, ενίσχυση της έννοιας του «ανήκειν». Σε αυτή τη λογική εισάγει τον όρο proxilience:  την εγγύτητα, δηλαδή, ως μηχανισμό αστικής ανθεκτικότητας. «Σε μια κρίση -φωτιά, πλημμύρα, μπλακάουτ- πρέπει να μπορείς να βρεις τα βασικά γύρω σου: φαγητό, νερό, ανθρώπους. Να συνεχίζεται η ζωή».

Η Ελένη Κατρίνη προσθέτει την τεχνική διάσταση: «Η Αθήνα έχει στενούς δρόμους, δύσκολους για λεωφορεία ή ποδηλατόδρομους. Οι παρεμβάσεις πρέπει να ξεκινήσουν από τα πεζοδρόμια, να ανακατασκευαστούν και να παραδοθούν όλα στους πολίτες όπως πρέπει· να ένα έργο ουσιαστικής αστικής ανάπλασης». Η αντιδήμαρχος Αστικής Αναζωογόνησης και Ανθεκτικότητας στον Δήμο Αθηναίων, Μάρω Ευαγγελίδου λέει σε σχετική ερώτηση: «Η κινητικότητα βελτιώνεται με μικρές, στοχευμένες παρεμβάσεις: να φαρδύνουμε τα πεζοδρόμια μονοδρομώντας δρόμους όπου χρειάζεται, χωρίς να αφαιρούμε τις δεντροστοιχίες». Αυτή τη στιγμή, έχει ξεκινήσει μια σχετική πιλοτική παρέμβαση στο Μετς, με πρωτοβουλία του τοπικού συλλόγου κατοίκων. Επίσης, βρισκόμαστε σε αναμονή της εφαρμογής του σχεδίου για δημοτική αστική συγκοινωνία, για το οποίο έχει διεξαχθεί η μελέτη και σκοπεύει να συνδέει κυκλικά τις επτά δημοτικές κοινότητες μεταξύ τους, διαδοχικά. =

Η διαφορά είναι στις λεπτομέρειες

Παρότι το μοντέλο των 15 λεπτών έχει υιοθετηθεί με επιτυχία σε αρκετές πόλεις, δεν είναι πάντοτε αποδεκτό. Σε Λονδίνο, Παρίσι και Οξφόρδη, σημειώθηκαν διαμαρτυρίες για τις λεγόμενες «low-traffic neighborhoods», με πολίτες να αισθάνονται ότι με αυτόν τον τρόπο η καθημερινότητά τους περιορίζεται, και οι ίδιοι είναι αναγκασμένοι να ζουν στα όρια μίας αστικής «φούσκας». Η κα Κατρίνη προειδοποιεί: «Δεν είναι όλες οι περιοχές ίδιες, ούτε όλοι οι άνθρωποι. Η έννοια πρέπει να προσαρμόζεται».

Σε μια πόλη όπως η Αθήνα, που χτίστηκε σε μεγάλο βαθμός χωρίς να ακολουθηθεί ένας κεντρικός σχεδιασμός, οι λύσεις πρέπει να είναι οργανικές. Όχι επιβεβλημένες, αλλά συμφωνημένες. Η επιτυχία δεν θα έρθει κοιτώντας τον χάρτη από μακριά, αλλά δίνοντας σημασία στη λεπτομέρεια, λαμβάνοντας υπόψη τις τοπικές ιδιαιτερότητας και ακούγοντας προσεκτικά τι έχουν να που και να επισημάνουν οι πολίτες. Το βασικό ζητούμενο, λοιπόν, παραμένει ένα: η εγγύτητα – και η δυνατότητα να διάγουμε τον καθημερινό βίο χωρίς να δίνουμε μάχη.

d