Ο ρόλος των συνδικάτων στη κλιματική διακυβέρνηση.

Η μετάβαση προς μια οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα τις επόμενες δεκαετίες αποτελεί πρόκληση για όλες τις χώρες. Η μείωση του άνθρακα σε μια οικονομία που εξακολουθεί να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα ορυκτά καύσιμα συνεπάγεται, μεταξύ άλλων, εκτεταμένες βιομηχανικές μεταλλαγές και τεχνολογικές μεταβολές, ανάπτυξη νέων ενεργειακών προτύπων, νέα επιχειρηματικά μοντέλα και περισσότερη κυκλικότητα στους τρόπους παραγωγής και κατανάλωσης.

Με άλλα λόγια, η τήρηση της συμφωνίας του Παρισιού απαιτεί μια βαθιά και ταχεία αλλαγή στον τρόπο παραγωγής, μετακίνησης και κατανάλωσης. Με πολλούς τρόπους, η μετάβαση θα προκαλέσει θετικά αποτελέσματα. Θα βελτιώσει την ποιότητα του αέρα, θα μειώσει την ενεργειακή εξάρτηση και θα αποτελέσει ένα κρίσιμο μέσο για τη δημιουργία θέσεων εργασίας, καθώς και μια ευκαιρία για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής τεχνογνωσίας και των τεχνολογικών δυνατοτήτων στην περιβαλλοντική καινοτομία. Για να αξιοποιηθεί πλήρως αυτό το μικτό δυναμικό (περιβαλλοντικό, οικονομικό, κοινωνικό), απαιτούνται επενδύσεις με κοινωνικό πρόσημο σε ένα περιβάλλον πολιτικής σταθερότητας . Αυτή είναι ασφαλώς η πρώτη προστιθέμενη αξία που μπορεί να προσφέρει ο εργαζόμενος στον σχεδιασμό της πολιτικής για το κλίμα: εργατική συλλογική συμμετοχή στην ενίσχυση της βεβαιότητας σχετικά με το πλαίσιο πολιτικής και τις επενδύσεις που αποτελούν τις βασικές προϋποθέσεις για τη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, οι οποίες υποχρεωτικά παράλληλα δημιουργούν και διατηρούν ποιοτικές θέσεις εργασίας σε διάφορους τομείς.

Από τη σκοπιά των εργαζομένων, η μετάβαση θα αλλάξει σημαντικά την αγορά εργασίας με τρόπους που δημιουργούν τόσο νέους κινδύνους όσο και νέες ευκαιρίες για τους εργαζόμενους: νέες θέσεις εργασίας, αλλά και, σε ορισμένες περιπτώσεις, μείωση σε συγκεκριμένους τομείς, αντικατάσταση ορισμένων υπαρχόντων επαγγελμάτων από νέα, μαζί με την ανάγκη για νέες ικανότητες και δεξιότητες. Ορισμένοι τομείς και κλάδοι, ιδίως αυτών που εξαρτώνται από τις βιομηχανίες υψηλής ενεργειακής έντασης, θα επηρεαστούν αρνητικά περισσότερο από άλλους. Η πρόβλεψη αυτών των τάσεων και των επιπτώσεων τους στους εργαζόμενους βρίσκεται στο επίκεντρο των δραστηριοτήτων των συνδικαλιστικών οργανώσεων. Η διακυβέρνηση του κλίματος και ο σχετικός σχεδιασμός πολιτικής παρέχουν μια ευκαιρία στα συνδικάτα να κατανοήσουν καλύτερα τις συνεχιζόμενες αλλαγές και την επίδραση τους τόσο στην πολιτική για το κλίμα, όσο και την πολιτική για την απασχόληση .

Κατά την άποψη αυτή, και σύμφωνα με την Ατζέντα των Ηνωμένων Εθνών για την Βιώσιμη Ανάπτυξη (2030), είναι ζωτικής σημασίας να διασφαλιστεί η «δίκαιη μετάβαση» του εργατικού δυναμικού καθώς και η δημιουργία αξιοπρεπών και ποιοτικών θέσεων εργασίας. Επομένως, η συμμετοχή των συνδικαλιστικών οργανώσεων στη διαδικασία πολιτικής είναι ιδιαίτερα σημαντική.

Η σημασία αυτή έχει τονιστεί τόσο σε Ευρωπαϊκό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Το προοίμιο των συμφωνιών του Παρισιού καλεί τα μέρη να «λάβουν υπόψη τις επιταγές της δίκαιης μετάβασης του εργατικού δυναμικού» που προφανώς απαιτεί τη συμμετοχή των εργαζομένων. Οι κατευθυντήριες γραμμές της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO)«για μια δίκαιη μετάβαση προς οικολογικά βιώσιμες οικονομίες και κοινωνίες για όλους» συνιστούν τη διαβούλευση και τη σύνδεση των συνδικαλιστικών οργανώσεων και την εφαρμογή πολιτικών χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα σε όλα τα δυνατά επίπεδα και στάδια. Στη δέσμη ενεργειακών μέτρων το 2015, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπογράμμισε τη σημασία του ρόλου των κοινωνικών εταίρων και τους κάλεσε να συμπεριλάβουν τη μετάβαση στον κοινωνικό τους διάλογο. Η κλιματική αλλαγή είναι η πιο σημαντική πρόκληση για τα επόμενα 30 χρόνια. Είναι ένα ζήτημα που αφορά τα συνδικάτα και τους εργαζομένους.

Ο όρος “Δίκαιη Μετάβαση” εμπεριέχεται στην Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας 2018 μεταξύ της ΓΣΕΕ και των εθνικών εργοδοτικών οργανώσεων. Συγκεκριμένα στο άρθρο 6 της ΕΓΣΣΕ 2018 αναφέρεται “τα μέρη δεσμεύτηκαν στα εξής: «Τα συμβαλλόμενα μέρη, λαμβάνοντας υπόψη τις διεθνείς και ευρωπαϊκές εξελίξεις και τις δεσμεύσεις της χώρας μετά και την Κύρωση της Συμφωνίας των Παρισίων για το Κλίμα, συμφωνούν να ζητήσουν με κοινό τους υπόμνημα την προσθήκη συμμετοχής στο Εθνικό Συμβούλιο για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή (του άρθρου 44 του ν.4414/2016) ενός κοινού εκπροσώπου των εργοδοτικών οργανώσεων, που υπογράφουν την ΕΓΣΣΕ, και ενός εκπροσώπου της ΓΣΕΕ.

Τα συμβαλλόμενα μέρη θα συνεργασθούν στη διαμόρφωση πολιτικής και δράσεων για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στη χώρα, και ειδικότερα αυτών που αφορούν τη διαδικασία μετάβασης των επιχειρήσεων και των εργαζομένων σε μια οικονομία χαμηλότερων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, διαδικασία που άλλωστε είναι αναγκαία δεδομένης της δέσμευσης της χώρας στους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ (Ατζέντα 2030)».

Αυτό βέβαια είναι ένα πρώτο βήμα μιας και χρειάζεται και η συνεισφορά του κράτους έτσι ώστε εργαζόμενοι και πολίτες περιοχών με μεγάλες αρνητικές συνέπειες να έχουν μια ομαλή μετάβαση εξοπλισμένοι με τα κατάλληλα τεχνικά και οικονομικά εργαλεία στην προσαρμογή αυτή.

Από την πλευρά των εργαζομένων, η δίκαιη ενεργειακή μετάβαση, όπως συγκεκριμένα θέτει στην ατζέντα και η Συνομοσπονδία Ευρωπαϊκών Συνδικάτων, θα πρέπει να περιλαμβάνει πέντε σκέλη:

• Προώθηση της οικονομικής διαφοροποίησης στις περιφέρειες και τις βιομηχανίες που πλήττονται περισσότερο από τη μετάβαση

• Διαπραγμάτευση συμφωνιών σε τομεακό και εταιρικό επίπεδο για τη χαρτογράφηση των μελλοντικών αναγκών σε δεξιότητες και τη δημιουργία τομεακών συμβουλίων δεξιοτήτων

• Καθιέρωση διάλογου με όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς και τις περιφερειακές αρχές για τον εντοπισμό και τη διαχείριση των κοινωνικών επιπτώσεων των πολιτικών για το κλίμα

• Προώθηση της δημιουργίας κατάλληλων συστημάτων κοινωνικής προστασίας

• Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις και οι εργαζόμενοι θα πρέπει να αξιολογούν τους κινδύνους που συνδέονται με τα «λανθάνοντα περιουσιακά στοιχεία» που αντιπροσωπεύουν οι προηγούμενες επενδύσεις στην προμήθεια ορυκτών καυσίμων και στους παραγωγικούς πόρους που δεν προσφέρουν πλέον οικονομική απόδοση λόγω αλλαγών που σχετίζονται με τη μετάβαση στην ενέργεια.

Η Δίκαιη Μετάβαση δεν πρέπει να αποτελεί πρόσθετο στοιχείο για την πολιτική για το κλίμα, αλλά πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του πλαισίου πολιτικής για την αειφόρο ανάπτυξη. Από λειτουργική άποψη, η Δίκαιη Μετάβαση έχει δύο κύριες διαστάσεις: τα «αποτελέσματα» (απασχόληση και το κοινωνικό τοπίο σε μια οικονομία χωρίς άνθρακα) και τη «διαδικασία» (πώς φτάνουμε εκεί). Το αποτέλεσμα θα πρέπει να είναι η αξιοπρεπή εργασία και η εξάλειψη της φτώχειας για όλους σε μια κοινωνία χωρίς αποκλεισμούς. Η διαδικασία, «πώς θα φτάσουμε εκεί», θα πρέπει να βασίζεται σε μια διαχειριζόμενη μετάβαση με ουσιαστικό κοινωνικό διάλογο σε όλα τα επίπεδα, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η κατανομή των βαρών είναι δίκαιη και κανείς δεν θα μείνει πίσω. Επιζητούμε την Δίκαιη Μετάβαση. Είμαστε εδώ όχι για να σταματήσουμε το μέλλον, αλλά να συμβάλουμε σε αυτό προστατευοντας τα εργασιακά μας δικαιώματα.

 

15 Ιουνίου 2020

Ιωάννης Γκουτζαμάνης

Γραμματέας Περιβάλλοντος της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδος.