Ο «πράσινος» ενεργειακός πόλεμος και η έκρηξη της ενεργειακής φτώχειας

Μια απλή επισκόπηση στην αύξηση των ενεργειακών τιμών το 2021 είναι αρκετή για να φωτίσει ότι η αιτία της ακρίβειας δεν είναι ο ρωσο-ουκρανικός πόλεμος, ο οποίος φυσικά έριξε «λάδι στη φωτιά». Στην πραγματικότητα, πίσω απ' την έκρηξη της ακρίβειας, της ενεργειακής φτώχειας και του ιμπεριαλιστικού πολέμου κρύβονται οι ίδιες βαθύτερες αιτίες. Οι ανταγωνισμοί των ομίλων, των ιμπεριαλιστικών κέντρων, των αστικών κρατών για τα κέρδη, τα μερίδια αγοράς, τις σφαίρες επιρροής. Μια σύντομη αναδρομή θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε καλύτερα τις σημερινές εξελίξεις.

Πριν από λίγους μήνες όποιος τολμούσε να αμφισβητήσει την επιλογή εγκατάλειψης του λιγνίτη, του λιθάνθρακα και του πετρελαίου στην ενεργειακή πολιτική, χαρακτηριζόταν αυτόματα ως εχθρός της προστασίας του περιβάλλοντος απ' τα επιτελεία της ΕΕ και τα καλοπληρωμένα παπαγαλάκια τους. Η «πράσινη μετάβαση» με στρατηγικό καύσιμο το φυσικό αέριο προβλήθηκε σε ΕΕ και ΗΠΑ ως αυτονόητος μονόδρομος.

Η όξυνση του ανταγωνισμού ΝΑΤΟ - Ρωσίας με τη «ρωσο-ουκρανική κρίση» ήταν αρκετή για να δηλώσει στις αρχές Μάρτη ο επικεφαλής υλοποίησης της «Πράσινης Συμφωνίας» της ΕΕ, Φρανς Τίμερμανς, ότι «τα κράτη - μέλη μπορούν να συνεχίσουν να καίνε άνθρακα για να μη βασίζονται στο ρωσικό φυσικό αέριο». Ηδη από το 2021 οι νέες μονάδες ΑΠΕ αντικαθιστούν πλέον κυρίως την ηλεκτροπαραγωγή από φυσικό αέριο και όχι από άνθρακα στην ΕΕ.

Ο «πράσινος» ενεργειακός πόλεμος και η έκρηξη της ενεργειακής φτώχειας

Φυσικά το μέγεθος της υποκρισίας της ΕΕ είχε αποκαλυφθεί πολύ πριν τεθεί ο στόχος της γρήγορης απεξάρτησής της απ' το ρωσικό φυσικό αέριο. Η υλοποίηση στην πράξη της πολιτικής της «πράσινης μετάβασης» ήταν αρκετή για να αποκαλύψει τους πραγματικούς στόχους του κεφαλαίου και το κάλπικο ενδιαφέρον των ευρωπαϊκών μονοπωλίων για το περιβάλλον.

Με γνώμονα το συμφέρον των «πράσινων» επενδυτών, το φυσικό αέριο προσανατολίστηκε στην ηλεκτροπαραγωγή και όχι στη θέρμανση, με αποτέλεσμα τη σπατάλη αντί την εξοικονόμηση Ενέργειας. Με κριτήριο το μέγιστο κέρδος, επενδύσεις γιγαντιαίων αιολικών πάρκων κατέστρεψαν καταπράσινες δασικές εκτάσεις και επιβάρυναν τον υδροφόρο ορίζοντα. Για τον ίδιο λόγο δεν προτάχθηκαν για υλοποίηση μεγάλα υδροηλεκτρικά έργα χρήσιμα για την άρδευση και την ύδρευση των πόλεων. Για τον ίδιο λόγο εμφανίστηκαν ως βασική απειλή δημόσιας υγείας οι εξορύξεις υδρογονανθράκων, ενώ «εξωραΐστηκαν» οι συνέπειες στην υπόσκαψη της υγείας του λαού απ' την αύξηση της ανεργίας, της φτώχειας, της ρυπογόνου καύσης αποβλήτων, της εξόρυξης «σπάνιων γαιών» (αναγκαίων για την «πράσινη μετάβαση»). Σήμερα οι πραγματικοί στόχοι της «πράσινης μετάβασης» της ΕΕ και οι ολέθριες συνέπειες για τον λαό αποκαλύπτονται όλο και πιο καθαρά.

«Πράσινη ανάπτυξη» για ποιον;

Ο «πράσινος» ενεργειακός πόλεμος και η έκρηξη της ενεργειακής φτώχειας

Τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην ΕΕ, ο κοινός βασικός στόχος του περιβόητου «Πράσινου New Deal» είναι η διαχείριση του προβλήματος υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου που δεν βρίσκει διεξόδους επένδυσης με ικανοποιητική κερδοφορία. Η «πράσινη μετάβαση» δημιουργεί νέες ευκαιρίες για μεγάλες καπιταλιστικές επενδύσεις (π.χ. μεγάλα αιολικά πάρκα) και ταυτόχρονα βοηθά στην ελεγχόμενη απαξίωση ενός μέρους του υπάρχοντος κεφαλαίου (π.χ. κλείσιμο λιγνιτικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής). Αντίστοιχα ευεργετικά λειτουργεί για την καπιταλιστική κερδοφορία και ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος. Τόσο η στρατιωτική καταστροφή υποδομών της Ουκρανίας όσο και η «ειρηνική» ματαίωση της λειτουργίας του ρωσογερμανικού αγωγού «Nord Stream II» για το κεφάλαιο μεταφράζονται σε πεδίο για νέες κερδοφόρες επενδύσεις (π.χ. ανοικοδόμηση κτιρίων και νέοι σταθμοί LNG). Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που οι κορυφαίοι του χρηματιστικού κεφαλαίου (π.χ. Μπιλ Γκέιτς) προωθούν γρήγορα νέους καινοτόμους τομείς επενδύσεων, πριν στεγνώσει το μελάνι των προηγούμενων σχεδίων (π.χ. παραγωγή υδρογόνου, αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας, χάλυβας και σκυρόδεμα μηδενικού άνθρακα).

Ομως μέσα σε αυτό το πλαίσιο κάθε ιμπεριαλιστικό κέντρο διαμορφώνει τους δικούς του στόχους και τις δικές του προτεραιότητες για να βελτιώσει τη θέση του στον διεθνή ανταγωνισμό. Οι ΗΠΑ είχαν θέσει ως στόχο πολύ πριν τον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο να μειώσουν την ενεργειακή εξάρτηση της ΕΕ απ' το ρωσικό φυσικό αέριο και ταυτόχρονα να αυξήσουν τις εξαγωγές αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG). Παράλληλα, επεξεργάζονται ένα «ΠΡΑΣΙΝΟ ΣΧΕΔΙΟ ΜΑΡΣΑΛ» για να προωθήσουν την «πράσινη μετάβαση» σε χώρες που διατηρούν φιλικές σχέσεις με τη Ρωσία και την Κίνα και που εξακολουθούν να στηρίζονται ενεργειακά στα φθηνότερα ορυκτά καύσιμα (Ινδία, κράτη της Ασίας και της Αφρικής).

Η ΕΕ απ' την πλευρά της δίνει βάρος στην «πράσινη μετάβαση» για να αξιοποιήσει την υπεροχή της στην παραγωγή και εξαγωγή εμπορευμάτων «πράσινης τεχνολογίας» στον διεθνή ανταγωνισμό και για να αντιμετωπίσει την έλλειψη δικών της κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, εκτός της Βόρειας Θάλασσας. Για να υλοποιήσει την πολιτική απανθρακοποίησης είναι υποχρεωμένη να στηριχτεί στο φυσικό αέριο ως στρατηγικό καύσιμο πάνω από μια δεκαετία.

Εδώ αρχίζουν τα δύσκολα και ξεδιπλώνονται οι αντιθέσεις στο εσωτερικό της ΕΕ και με τα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Η ΕΕ εισάγει το 40% του φυσικού αερίου και το 30% του πετρελαίου από τη Ρωσία, αποφέροντας στην τελευταία μεγάλα ετήσια κέρδη. Ετσι η πίεση των ΗΠΑ και των ευρωπαϊκών δορυφόρων τους για γρήγορη απεξάρτηση της ΕΕ από το ρωσικό φυσικό αέριο με αφορμή την εισβολή στην Ουκρανία ανοίγει τον ασκό του Αιόλου των αντιθέσεων, αλλά και της ακρίβειας, όπως θα δούμε στη συνέχεια.

Οι «απώλειες» της Γερμανίας και της ΕΕ στη σύγκρουση ΗΠΑ - Ρωσίας

Στην πραγματικότητα, μια άμεση αντικατάσταση των ρωσικών εξαγωγών φυσικού αερίου προς την ΕΕ είναι αδύνατη την επόμενη διετία. Οι δυνατότητες άμεσης αύξησης των εισαγωγών LNG απ' τις ΗΠΑ και το Κατάρ, καθώς και μέσω αγωγών από Αζερμπαϊτζάν και Αλγερία, είναι πολύ περιορισμένες. Αυτό δεν αφορά μόνο τις διαθέσιμες ποσότητες αλλά και τις υπάρχουσες περιορισμένες υποδομές μεταφοράς και αποθήκευσης στην ΕΕ.

Παράλληλα η Σαουδική Αραβία αλλά και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα δεν είναι πρόθυμα να έρθουν σε μεγάλη ρήξη με τη Ρωσία, λόγω των κοινών οικονομικών συμφερόντων τους στο συνασπισμό ΟΠΕΚ+ που διατηρεί ψηλά τις τιμές. Οι επενδύσεις που θα επιτρέψουν σημαντική αντικατάσταση του φυσικού αερίου από εναλλακτικές λύσεις (υδρογόνου και βιοαερίου) θέλουν χρόνο για να αποδώσουν. Ταυτόχρονα, μπροστά και μόνο στο ενδεχόμενο διακοπής των ρωσικών εξαγωγών, οι διεθνείς τιμές εκτινάχθηκαν, ενώ η τροφοδοσία συνεχιζόταν κανονικά. Γι' αυτό και τελικά η ΕΕ εγκατέλειψε τους αρχικούς λεονταρισμούς του προσχεδίου Τίμερμανς για μεγάλη απεξάρτηση απ' το ρωσικό φυσικό αέριο μέχρι τις αρχές του 2030. Αποφάσισε να διατηρήσει τις ρώσικες εξαγωγές Ενέργειας εντός του συστήματος διατραπεζικών συναλλαγών (SWIFT) και διαμόρφωσε ένα σχέδιο πενταετίας για την απεξάρτηση.

Οι συνέπειες του ενεργειακού πολέμου και των κυρώσεων είναι ήδη ορατές στην ΕΕ και ιδιαίτερα στη Γερμανία και στην Ιταλία. Σε αντίθεση με τη Γαλλία, που στηρίζεται στην ηλεκτροπαραγωγή από πυρηνική ενέργεια (την οποία βαφτίζει «πράσινη»), η Γερμανία και η Ιταλία έχουν πολύ μεγαλύτερη εξάρτηση απ' το ρωσικό φυσικό αέριο.

Παράλληλα η Γερμανία είχε διαμορφώσει όρους να παίξει ηγεμονικό ρόλο στη διανομή του ρωσικού φυσικού αερίου στην ΕΕ με τους αγωγούς «Nord Stream» I και II. Με τις νέες αποφάσεις η επένδυση του «Nord Stream II» θα μείνει αναξιοποίητη. Η εκτίναξη των τιμών των καυσίμων πλήττει ήδη την ανταγωνιστικότητα της γερμανικής βιομηχανίας και προκαλεί αντιδράσεις του γερμανικού κεφαλαίου. Η ακρίβεια, τα προβλήματα επάρκειας τροφίμων (ηλιέλαιο, αλεύρι κ.λπ.) και επάρκειας υλικών, ιδιαίτερα της αυτοκινητοβιομηχανίας, οξύνουν το πρόβλημα. Η ανισομετρία σε σχέση με το κόστος δανεισμού των κρατών - μελών αυξάνει επίσης τις πιέσεις στο εσωτερικό της ΕΕ. Ταυτόχρονα, οι εξελίξεις μπορούν να επιδράσουν αρνητικά και στον ανταγωνισμό του ευρώ με το δολάριο, ως διεθνές αποθεματικό νόμισμα.

Ο ενεργειακός πόλεμος είναι άμεσα συνδεδεμένος με τον «νομισματικό πόλεμο». Η προσπάθεια της Ρωσίας και της Κίνας για ενεργειακές συναλλαγές με βάση το κινεζικό γουάν (π.χ. με Σαουδική Αραβία, Ινδία) και για τη δημιουργία νέου διεθνούς συστήματος διατραπεζικών συναλλαγών, οδηγεί ήδη σε νέα όξυνση των αντιθέσεων.

Παζάρια και κανόνια για τον έλεγχο του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Μεσόγειο

Ο στόχος της απεξάρτησης της ΕΕ απ' το ρωσικό φυσικό αέριο αναβαθμίζει αντικειμενικά για το ΝΑΤΟ τη σημασία ελέγχου της Ανατολικής Μεσογείου. Η ενεργειακή διάσταση συμπληρώνει και υπογραμμίζει τη σημασία της συνοχής της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ για την περικύκλωση της Ρωσίας και τη συγκράτηση της δύναμης της Κίνας.

Ετσι ΗΠΑ και ΝΑΤΟ αυξάνουν τις πιέσεις προς όλες τις κατευθύνσεις, για να διαμορφωθούν όροι ασφαλούς μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας προς την ΕΕ (π.χ. ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας με Αίγυπτο/EuroAfrica και το Ισραήλ/EuroAsia) καθώς και φυσικού αερίου από τη Μέση Ανατολή. Σε αυτή την κατεύθυνση προβάλλεται όλο και περισσότερο η έννοια του ΝΑΤΟικού εδάφους/χώρου, όπου θα υπάρχει στην ουσία «συγκυριαρχία» των εμπλεκόμενων κρατών υπό την εποπτεία και διαιτησία των ΗΠΑ.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι απαιτήσεις της τουρκικής αστικής τάξης για να συνεχίσει να συνδράμει τον σχεδιασμό του ΝΑΤΟ δεν περιορίζονται μόνο στη συνεκμετάλλευση των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων. Αφορούν και τη διεκδίκηση αναβαθμισμένου ρόλου στη μεταφορά Ενέργειας. Γι' αυτό και δεν προκαλεί έκπληξη η αμερικανική αποστασιοποίηση απ' το σχέδιο μεταφοράς φυσικού αερίου «East Med», όπου εκτός απ' τους οικονομικούς λόγους αναφέρθηκε η ανάγκη να αποφευχθούν εντάσεις μεταξύ Τουρκίας - Ισραήλ - Ελλάδας και Κύπρου. Γι' αυτό δεν γίνεται πλέον ούτε καν συζήτηση για κυρώσεις στην Τουρκία για το Κυπριακό. Καθόλου τυχαία η Τουρκία βάζει πλέον στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ακόμα και την κυριαρχία ελληνικών νησιών, την ώρα που αναβαθμίζει τον διπλωματικό της ρόλο ως διαμεσολαβητής με τη Ρωσία, σε συντονισμό με το Ισραήλ και τη Γερμανία.

Κανένας εφησυχασμός δεν μπορεί επομένως να υπάρξει απ' την «πρόοδο» (σύμφωνα με τις ανακοινώσεις) που σημειώνει ο διάλογος των κυβερνήσεων Ελλάδας - Τουρκίας. Αντίθετα, όσο η ελληνική κυβέρνηση επιλέγει τον ρόλο του σημαιοφόρου των επιθετικών σχεδίων του ΝΑΤΟ στην περιοχή, όσο μπλέκεται όλο και πιο βαθιά στα παζάρια και στο κουβάρι των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων για να αναβαθμίσει τη θέση των εγχώριων ομίλων, τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος για τα κυριαρχικά δικαιώματα και την ειρήνη. Απ' την επέκταση αμερικανικών βάσεων και των εγχώριων σταθμών μεταφοράς αμερικανικού LNG στα Βαλκάνια (που δεσπόζει προς το παρόν το ρωσικό φυσικό αέριο), ωφελημένοι θα βγουν ελάχιστοι εφοπλιστικοί, τραπεζικοί, ενεργειακοί και κατασκευαστικοί όμιλοι και ζημιωμένος ο λαός. Ηδη οι Ελληνες εφοπλιστές ελέγχουν πάνω από 22% της παγκόσμιας χωρητικότητας των πλοίων μεταφοράς LNG.

Το πανάκριβο «πράσινο ρεύμα» και η κυβερνητική κοροϊδία

Στον αντίποδα της θεαματικής κερδοφορίας των ομίλων, τα μεγάλα θύματα της «πράσινης μετάβασης» ήταν και είναι οι λαοί της ΕΕ. Το πανάκριβο «πράσινο» ρεύμα και οι «πράσινοι» φόροι διασφαλίζουν τα κέρδη των «πράσινων» επενδυτών, πολύ πριν το 2022.

Αυτό δεν προέκυψε ως φυσικό φαινόμενο. Ηταν το αποτέλεσμα της εφαρμογής των δεσμεύσεων της ΕΕ. Ετσι στην Ελλάδα η φθηνή εγχώρια λιγνιτική ηλεκτροπαραγωγή έφτασε να γίνει πιο ακριβή απ' τις ΑΠΕ και το εισαγόμενο φυσικό αέριο λόγω της υποχρεωτικής αγοράς δικαιωμάτων εκπομπών στο πλαίσιο του Συστήματος Δικαιωμάτων Εκπομπών Ρύπων της ΕΕ. Το κόστος αγοράς των δικαιωμάτων μιας μονάδας να ρυπαίνει, αυξήθηκε και έφτασε τον Σεπτέμβρη του 2021 να είναι διπλάσιο του κόστους παραγωγής μιας λιγνιτικής μεγαβατώρας. Παράλληλα, για να ενισχυθεί η «πράσινη κερδοφορία» επεκτάθηκαν οι μαύρες ελαστικές εργασιακές σχέσεις και αυξήθηκε η ψαλίδα παραγωγικότητας - πραγματικών μισθών.

Η ανάδειξη του εισαγόμενου φυσικού αερίου σε στρατηγικό καύσιμο ηλεκτροπαραγωγής οδήγησε επίσης στην άνοδο της τιμής του και επέτρεψε τα κερδοσκοπικά παιχνίδια στο Χρηματιστήριο Ενέργειας.

Πολλές χώρες της ΕΕ δεν επέλεγαν για ένα διάστημα τα μακροπρόθεσμα συμβόλαια, γιατί οι τιμές της αγοράς (spot) δεν ήταν ακόμα πολύ υψηλές. Παράλληλα δεν έπαιρναν μέτρα αποθήκευσης υψηλών στρατηγικών αποθεμάτων, αφού δεν σκόπευαν «να πυροβολήσουν τα πόδια τους» με μια απότομη ρήξη με τη Ρωσία.

Ετσι δεν ήταν δύσκολο να εξαπλασιαστούν οι χονδρικές τιμές φυσικού αερίου μέσα σε ένα χρόνο και να παιχτούν κερδοσκοπικά παιχνίδια, χωρίς καν να μειωθεί η ροή του ρωσικού φυσικού αερίου. Και μόνο το ενδεχόμενο διακοπής ήταν αρκετό για να οδηγήσει σε νέα προσωρινή άνοδο των τιμών του φυσικού αερίου.

Η κυβέρνηση της ΝΔ επιτάχυνε, στο δρόμο των προηγούμενων κυβερνήσεων, για την προώθηση των αντιλαϊκών κατευθύνσεων της «πράσινης μετάβασης». Ακόμα και σήμερα, που μελετά την αναπροσαρμογή του ενεργειακού σχεδιασμού, εστιάζει σε λύσεις που αυξάνουν την ενεργειακή εξάρτηση της χώρας με εισαγωγές ηλεκτρικού ρεύματος απ' την Αίγυπτο και τα πυρηνικά εργοστάσια της Βουλγαρίας, καθώς και στην άμεση κατασκευή νέων υποδομών για την εισαγωγή του αμερικανικού LNG. Στο τελευταίο διάγγελμά του ο πρωθυπουργός, λαμβάνοντας υπόψη τη γενική στροφή της ΕΕ, έκανε για πρώτη φορά μια απλή αναφορά στην ανάγκη αξιοποίησης των υδρογονανθράκων. Οσο για τα λαϊκά νοικοκυριά, την ώρα που γονατίζουν απ' τα ασήκωτα βάρη, ο πρωθυπουργός παρουσίασε προκλητικά ως μέτρο ανακούφισης την επιδότηση με 30 λεπτά τη μέρα!

Η κάλπικη κριτική του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ

Προσπαθώντας να καρπωθεί και να ενσωματώσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια, ο ΣΥΡΙΖΑ εγκαλεί τώρα την κυβέρνηση της ΝΔ για τη «βίαιη απολιγνιτοποίηση» της χώρας, την ανοχή της στο σχηματισμό καρτέλ και στην κερδοσκοπία καθώς και για την παραπέρα ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ.

Ομως οι όψιμες και υποκριτικές αντιπολιτευτικές κορόνες δεν μπορούν να κρύψουν τη μεγάλη συνενοχή του ΣΥΡΙΖΑ στην υλοποίηση της στρατηγικής του κεφαλαίου σε βάρος του λαού.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ και γενικότερα η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία ήταν οι σημαιοφόροι της πολιτικής της «πράσινης μετάβασης». Για τη γρήγορη προώθηση των κοινοτικών κατευθύνσεων η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ διαμόρφωσε το 2018 το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) με αιχμή την απολιγνιτοποίηση, το οποίο με δευτερεύουσες αλλαγές συνεχίζει να υλοποιεί σήμερα η κυβέρνηση της ΝΔ. ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ είναι συνένοχοι για το σταδιακό κλείσιμο των λιγνιτικών σταθμών από το 2011 και για την επιβολή του εισαγόμενου φυσικού αερίου ως στρατηγικού καυσίμου της ηλεκτροπαραγωγής. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έκλεισε τις λιγνιτικές μονάδες του ΑΗΣ Καρδιάς το 2019 και δεν προχώρησε στην κατασκευή νέων μονάδων. ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ είναι συνένοχοι για την προώθηση των κοινοτικών δεσμεύσεων του εμπορίου ρύπων, που σταδιακά κατέστησαν (με τεχνητές μεγάλες επιβαρύνσεις) τη φθηνή εγχώρια λιγνιτική παραγωγή πιο ακριβή από τις ΑΠΕ και το φυσικό αέριο.

Το γεγονός ότι η ηλεκτροπαραγωγή από φυσικό αέριο είναι συγκυριακά πιο ακριβή και από τη λιγνιτική, δεν αναιρεί τα μεγάλα εμπόδια που θέτει στην αξιοποίηση των εγχώριων ενεργειακών πηγών η πολιτική της «πράσινης μετάβασης». Αλλά και όταν η κυβέρνηση της ΝΔ διακήρυξε την εγκατάλειψη της αξιοποίησης των εγχώριων υδρογονανθράκων, τουλάχιστον μέχρι να καταλήξουν τα παζάρια στα πλαίσια του ΝΑΤΟ, ο ΣΥΡΙΖΑ στήριξε στην ουσία αυτή την επιλογή. Το ΜέΡΑ25 πρωταγωνίστησε για την οριστική εγκατάλειψη των εξορύξεων. Και σήμερα καμιά από αυτές τις δυνάμεις δεν στηρίζει ουσιαστικά τον αγώνα των εργαζομένων για την επαναλειτουργία των Πετρελαίων Καβάλας.

ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ είναι επίσης συνένοχοι για την προώθηση της «απελευθέρωσης» του τομέα ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτό το πλαίσιο επιτρέπει τη λειτουργία του βασιλείου της κερδοσκοπίας, του Χρηματιστηρίου Ενέργειας, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της ΕΕ, που ενσωματώθηκαν στην εθνική νομοθεσία επίσης με νόμο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Τότε ο Τσίπρας και ο Σταθάκης μιλούσαν για τα οφέλη απ' την αύξηση των επιχειρηματικών ευκαιριών και του διασυνοριακού εμπορίου. Τώρα μιλούν για την πολύ ακριβότερη τιμή στη χονδρική αγορά που υπάρχει στην Ελλάδα σε σχέση με τις χώρες της ΕΕ, αλλά διαψεύδονται και πάλι απ' τα στοιχεία του Μάρτη του 2022.

Ολα τα αστικά κόμματα συμφώνησαν με το τρίτο μνημόνιο, που προέβλεπε τη μείωση του μεριδίου της ΔΕΗ στο 50% του συνόλου της αγοράς για να επιταχυνθεί και η πολιτική της «απελευθέρωσης». Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ παραχώρησε το 17% και εφάρμοσε το σύστημα ΝΟΜΕ, με το οποίο η ΔΕΗ υποχρεώθηκε να πουλά το παραγόμενο ρεύμα κάτω από το κόστος στους ανταγωνιστές της.

Ετσι εμφανίστηκαν στη συνέχεια απ' την κυβέρνηση της ΝΔ οι αυξήσεις στην τιμή του ρεύματος ως τάχα αναγκαίες, για να σταματήσει η ζημιογόνος πορεία της ΔΕΗ. Παράλληλα δημιουργήθηκε το εύφορο έδαφος για τον σχηματισμό καρτέλ, προσωρινών συμφωνιών μεταξύ των ομίλων.

Γι' αυτό και η διαμάχη ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ για το ποιος θα είναι ο επόμενος μηχανοδηγός του τρένου της «πράσινης μετάβασης» θυμίζει «τρικυμία σε φλιτζανάκι του καφέ». Οι δευτερεύουσες διαφορές τους δεν μπορούν να κρύψουν τις κοινές δεσμεύσεις τους να κινηθούν στις ίδιες αντιλαϊκές ράγες. Η μεγάλη «διαφορά» τους περιορίζεται στη μείωση των έμμεσων φόρων στα καύσιμα στο κατώτατο όριο που επιτρέπει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στην επιβολή ενός προσωρινού πλαφόν στις τιμές, το οποίο συνιστά η ίδια η ΕΕ, για να σταματήσει η παραπέρα επιδείνωση της κατάστασης.

Η υπεροχή του σοσιαλισμού και η αξιοποίηση του εγχώριου ορυκτού πλούτου

Οι εξελίξεις που προαναφέραμε δεν αφήνουν το παραμικρό περιθώριο για άλλες αυταπάτες. Οποιο επιμέρους ζήτημα και αν εξετάσουμε, εύκολα θα διαπιστώσουμε πως θυσιάζεται η ικανοποίηση των αναγκών μας στο βωμό του καπιταλιστικού κέρδους.

Για παράδειγμα, το 50% αυτών που πληρώνουμε σε πετρέλαιο και καύσιμα είναι κρατικοί φόροι που καταλήγουν στην ενίσχυση των μεγάλων ομίλων. Αν δεν έπρεπε να διασφαλιστεί το κέρδος των διυλιστηρίων και των επιχειρήσεων χονδρικής και λιανικής αγοράς, η τιμή θα μπορούσε να είναι μικρότερη από το 1/5 της σημερινής. Την ίδια στιγμή οι μεγαλομέτοχοι των Πετρελαίων Καβάλας έχουν σταματήσει την εξόρυξη και απολύουν τους εργαζόμενους, διότι έχουν ιεραρχήσει άλλες πιο κερδοφόρες επενδύσεις στην Ελλάδα, στο Ισραήλ και στην Αίγυπτο, στο πλαίσιο της «πράσινης μετάβασης».

Φιλολαϊκή λύση μέσα στον βάλτο της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και των δεσμεύσεων της ΕΕ και του ΝΑΤΟ δεν μπορεί να υπάρξει.

Υπάρχει όμως διέξοδος για να ζήσουμε πολύ καλύτερα σύμφωνα με τις σύγχρονες τεχνολογικές και επιστημονικές δυνατότητες: Ο σοσιαλισμός.

Στο έδαφος της κοινωνικής ιδιοκτησίας και της εργατικής εξουσίας, ο επιστημονικός κεντρικός σχεδιασμός και ειδικότερα ο ενεργειακός σχεδιασμός θα μπορούσε να αξιοποιήσει το σύνολο των εγχώριων ενεργειακών πηγών για να καλύψει συνδυασμένα όλες τις λαϊκές ανάγκες. Να διασφαλίσει ταυτόχρονα την εξάλειψη της ενεργειακής φτώχειας και της ανεργίας, τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της χώρας, την προστασία του περιβάλλοντος, της ασφάλειας των εργαζομένων, της υγείας των κατοίκων.

Γιατί μπορεί ο σοσιαλισμός, η κοινωνική ιδιοκτησία να διασφαλίσει τη λαϊκή ευημερία;

Γιατί αλλάζει πλέον ο σκοπός της παραγωγής. Η παραγωγή δεν σχεδιάζεται πια με γνώμονα το καπιταλιστικό κέρδος, αλλά με κριτήριο το σύνολο των αναγκών της κοινωνίας. Ταυτόχρονα, αλλάζει, γίνεται ενεργός ο ρόλος των εργαζομένων στη λήψη και στον έλεγχο των αποφάσεων. Απελευθερώνεται η δημιουργική πρωτοβουλία των πολλών και καταργείται ο ζυγός της μισθωτής σκλαβιάς. Αξιοποιείται και αναβαθμίζεται η επιστημονική έρευνα και η διεπιστημονική συνεργασία για να προβλεφθούν και να καλυφθούν έγκαιρα οι μελλοντικές ανάγκες.

Γι' αυτό και ο σοσιαλισμός μπορεί:

  • Να αξιοποιήσει τα εγχώρια αποθέματα λιγνίτη, με σύγχρονες μονάδες υψηλής απόδοσης (αξιοποιώντας τεχνολογίες δέσμευσης, χρήσης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα/CCUS), καθώς και για την παραγωγή γκρι και μπλε υδρογόνου.
  • Να προχωρήσει αποφασιστικά, αξιοποιώντας και αμοιβαία επωφελείς διεθνείς συμφωνίες στην έρευνα των εγχώριων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, με προτεραιότητα στα εντοπισμένα κοιτάσματα του Ιονίου και στη συνέχεια του Μπάμπουρα στο Β. Αιγαίο και στα νοτιοδυτικά της Κρήτης. Να υπερασπιστεί τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας στον αντίποδα της μετατροπής θαλάσσιων περιοχών σε «κοινό ΝΑΤΟικό έδαφος».
  • Να προχωρήσει στην κατασκευή μεγάλων υδροηλεκτρικών έργων, που θα συμβάλουν παράλληλα στην αντιμετώπιση προβλημάτων άρδευσης στον τομέα της αγροτικής παραγωγής. Να αξιοποιήσει την εγχώρια γεωθερμία που έχει υψηλό συντελεστή απόδοσης. Να χωροθετήσει με αυστηρούς όρους τα αιολικά πάρκα, χωρίς αρνητικές συνέπειες στον υδροφόρο ορίζοντα και στα δάση.
  • Να αλλάξει τον προσανατολισμό στην αξιοποίηση εισαγόμενου φυσικού αερίου, ώστε να μειωθεί η σπατάλη Ενέργειας για ηλεκτροπαραγωγή. Να προχωρήσει στην παραγωγή σύγχρονου οικιακού εξοπλισμού, με προτεραιότητα τους ηλιακούς θερμοσίφωνες για την εξοικονόμηση Ενέργειας, χωρίς επιβάρυνση της λαϊκής οικογένειας.
  • Πάνω απ' όλα να κατοχυρώσει ότι το ηλεκτρικό ρεύμα, τα καύσιμα, το νερό, η ίδια η εργατική δύναμη δεν θα αποτελούν πλέον εμπορεύματα. Θα κατοχυρωθούν ως κοινωνικά αγαθά.

Οποιος θεωρεί ότι αυτά είναι ανέφικτα σχέδια επί χάρτου, δεν έχει παρά να ρίξει μια ματιά στην ιστορία της Σοβιετικής Ενωσης, που εξάλειψε την ενεργειακή φτώχεια του πληθυσμού της αντιμετωπίζοντας εξαιρετικά χαμηλές θερμοκρασίες.

Οργάνωση της λαϊκής αντεπίθεσης

Για να ανοίξει αυτός ο μοναδικός ελπιδοφόρος δρόμος, οι δυνάμεις του ΚΚΕ μπαίνουν σήμερα μπροστά ώστε να ξεδιπλωθεί μια μεγάλη πλατιά αγωνιστική πρωτοβουλία για την αντιμετώπιση της ληστείας του λαϊκού εισοδήματος, της αύξησης της ενεργειακής φτώχειας και της εκμετάλλευσης.

Φωτίζουμε ότι δεν υπάρχουν μαγικές φιλολαϊκές λύσεις μέσα στη ζούγκλα της «απελευθερωμένης αγοράς» και της «πράσινης» καπιταλιστικής ανάπτυξης.

Δυναμώνουμε την προσπάθεια για να αυξηθούν οι πρωτοπόρες εστίες αντίστασης, να πολλαπλασιαστούν τα παραδείγματα της COSCO, της ΛΑΡΚΟ, των Πετρελαίων Καβάλας. Να οργανωθεί και να διευρυνθεί ο αγώνας των συνδυασμένων διεκδικήσεων:

  • Για ουσιαστικές αυξήσεις μισθών και μείωση του εργάσιμου χρόνου με 35ωρο/5ήμερο/7ωρο.
  • Για κατάργηση των έμμεσων φόρων (ΕΦΚ και ΦΠΑ) στα καύσιμα και στα βασικά είδη λαϊκής κατανάλωσης και κατάργηση των δαπανών για εξοπλισμούς του ΝΑΤΟ.
  • Για σχέδιο αξιοποίησης του εγχώριου πλούτου, λιγνίτη και υδρογονανθράκων, σε σύγκρουση με τις δεσμεύσεις και τις προτεραιότητες της ΕΕ και τα παζάρια στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ.
  • Για την κατάργηση της ρήτρας αναπροσαρμογής και την άμεση επιβολή πλαφόν στις ενεργειακές τιμές όλων των παρόχων για να σταματήσει η παραπέρα επιδείνωση.

Καλούμε τον λαό να αντισταθεί, να αρνηθεί να επωμισθεί νέα βάρη για να μη μειωθούν η ανταγωνιστικότητα και η κερδοφορία του κεφαλαίου. Αυτά τα κέρδη θέλουν να διαφυλάξουν η κυβέρνηση και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα, όταν επικαλούνται τις «αντοχές της οικονομίας» και τις δεσμεύσεις της ΕΕ. Τα ψέματα για την «ανάπτυξη για όλους» τελείωσαν. Τώρα πρέπει και μπορούμε να δείξουμε τη δύναμή μας.

Πηγή εικόνας: https://www.ft.com/

Ο «πράσινος» ενεργειακός πόλεμος και η έκρηξη της ενεργειακής φτώχειας