Η Θάλασσα του Μαρμαρά αργοπεθαίνει - Μια «θαλάσσια μύξα» έχει κατακλύσει τα νερά της Κωνσταντινούπολης

Η Θάλασσα του Μαρμαρά - η μικρότερη θάλασσα του κόσμου - είναι ιδιαίτερα ευάλωτη στη βλεννώδη ουσία, γνωστή και ως «θαλάσσια μύξα».
Ο Βόσπορος, το φυσικό θαλάσσιο πέρασμα που συνδέει τη Μαύρη Θάλασσα με τη Θάλασσα του Μαρμαρά και χωρίζει την ευρωπαϊκή από την ασιατική πλευρά της Κωνσταντινούπολης, αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους υδάτινους διαύλους στον κόσμο. Η γεωστρατηγική και περιβαλλοντική του σημασία είναι τεράστια, τόσο για την Τουρκία όσο και για τη διεθνή ναυσιπλοΐα.
Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, τα νερά του έχουν υποστεί σημαντικές περιβαλλοντικές πιέσεις. Ανάμεσα στις πιο ανησυχητικές εξελίξεις είναι η μαζική ανάπτυξη των αλγών (φαιοπράσινων φυκών), ένα φαινόμενο που συνδέεται με τη ρύπανση, την αύξηση της θερμοκρασίας και τη διαταραχή του οικοσυστήματος.
Η Θάλασσα του Μαρμαρά είναι η μικρότερη θάλασσα του κόσμου. Είναι επίσης πυκνοκατοικημένη, ιδιαίτερα βιομηχανοποιημένη και ημι-κλειστή. Υπάρχουν μόνο δύο στενά σημεία εισόδου: ο Βόσπορος, που οδηγεί στη Μαύρη Θάλασσα, και τα Δαρδανέλια, που οδηγούν στο Αιγαίο Πέλαγος. Αυτό καθιστά τη θάλασσα ιδιαίτερα ευάλωτη στη θαλάσσια βλεννώδη ουσία, γνωστή και ως «θαλάσσια μύξα».
Oι άλγες που μοιάζουν με «μύξα»
Οι άλγες είναι μικροσκοπικοί ή μακροσκοπικοί φωτοσυνθετικοί οργανισμοί που ζουν στο νερό. Απαντώνται σε όλα τα υδάτινα οικοσυστήματα — γλυκά, αλμυρά ή υφάλμυρα — και παίζουν κρίσιμο ρόλο στην παραγωγή οξυγόνου και στη διατροφική αλυσίδα. Υπό φυσιολογικές συνθήκες, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της θαλάσσιας ζωής.
Ωστόσο, όταν αναπτύσσονται υπερβολικά, μπορεί να δημιουργήσουν προβλήματα, κυρίως όταν πρόκειται για το φαινόμενο του ευτροφισμού ή των λεγόμενων «ανθίσεων» αλγών (algal blooms).
Η παρουσία αλγών στον Βόσπορο δεν είναι κάτι νέο. Όμως, τα τελευταία χρόνια, αρχής γενομένης από το καλοκαίρι του 2021, παρατηρείται μια ανησυχητική αύξηση τόσο στην ποσότητα όσο και στη διάρκεια της παρουσίας τους. Το φαινόμενο αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, όταν η θερμοκρασία των νερών αυξάνεται και η ροή του νερού μειώνεται.
Πολλές περιοχές κοντά στις ακτές, όπως στο Καντίκιοϊ, το Μπεσίκτας και το Σαρίγερ, έχουν δει τα νερά να αποκτούν πρασινωπή ή καφετί απόχρωση, αποτέλεσμα της έντονης συγκέντρωσης φυτοπλαγκτόν. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η συσσώρευση αλγών φτάνει στο σημείο να καλύπτει την επιφάνεια της θάλασσας, εμποδίζοντας τη διέλευση του φωτός και δημιουργώντας συνθήκες ασφυξίας για τα ψάρια και τους άλλους θαλάσσιους οργανισμούς.
Τρεις κρίσιμοι παράγοντες
«Η βλεννώδης ουσία είναι ουσιαστικά μια οικολογική κατάσταση, μια οικολογική καταστροφή. Η κατάσταση που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια στη Θάλασσα του Μαρμαρά δεν είναι φυσιολογική», λέει μιλώντας προ ημερών στο BBC ο Mustafa Sarı, καθηγητής στο τμήμα διαχείρισης υδάτινων πόρων του Πανεπιστημίου Bandirma Onyedi̇ Eylül. Σύμφωνα με τον Sarı, τρεις παράγοντες που συνδυάζονται προκαλούν τη βλεννώδη ουσία.
Ο πρώτος είναι το κλίμα. Ο πλανήτης θερμαίνεται και το ίδιο συμβαίνει και με τη Θάλασσα του Μαρμαρά. «Η Θάλασσα του Μαρμαρά είναι σήμερα 2,5 °C θερμότερη από τη μέση θερμοκρασία των τελευταίων 40 ετών. Η θερμοκρασία είναι υψηλή», λέει ο Sarı. «Με άλλα λόγια, σχετίζεται με το κλίμα και είναι πέρα από τον έλεγχό μας, δεν μπορούμε να το ελέγξουμε. Μακάρι να μπορούσαμε».
Ο δεύτερος είναι η φυσική κατάσταση της Θάλασσας του Μαρμαρά. Το νερό που εισέρχεται από τη Μαύρη Θάλασσα στο βορρά έχει χαμηλή περιεκτικότητα σε αλάτι, ενώ το νερό από τη Μεσόγειο στο νότο είναι πολύ αλμυρό. Η διαφορά στην αλατότητα και την πυκνότητα σημαίνει ότι το νερό από τις δύο θάλασσες δυσκολεύεται να αναμιχθεί, δημιουργώντας ένα μεταβατικό στρώμα στη Θάλασσα του Μαρμαρά που περιορίζει την κατακόρυφη κυκλοφορία του νερού. «Για αυτόν τον λόγο, η Θάλασσα του Μαρμαρά είναι ένα ιδανικό περιβάλλον για οικολογικά φαινόμενα όπως ο σχηματισμός βλεννώδους ουσίας», λέει ο Sarı. «Αυτό είναι επίσης εκτός του ελέγχου μας».
Ο τρίτος παράγοντας, ωστόσο, είναι ανθρωπογενής. Περισσότεροι από 25 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν γύρω από τη Θάλασσα του Μαρμαρά, εντός και εκτός της Κωνσταντινούπολης και το 50% των αποβλήτων τους καταλήγουν στη θάλασσα χωρίς να υποστούν επεξεργασία, σύμφωνα με τον Sari.
Το 70% των βιομηχανικών και γεωργικών αποβλήτων που παράγονται από εργοστάσια και αγροκτήματα γύρω από τη Θάλασσα του Μαρμαρά καταλήγουν επίσης στη θάλασσα χωρίς να υποστούν επεξεργασία. Αυτή η ρύπανση διαταράσσει την αναλογία αζώτου-φωσφόρου στο νερό, η οποία είναι ο παράγοντας που ανατρέπει την ισορροπία.
Ωστόσο, με την άφιξη του καλοκαιριού στην Κωνσταντινούπολη, η επείγουσα φύση του προβλήματος αναμένεται να επιδεινωθεί. Και σύμφωνα με τον Zafer Murat Çetintaş, γενικό γραμματέα του Συμβουλίου Περιβάλλοντος της Κωνσταντινούπολης, αυτή η βλεννώδης ουσία εξαπλώνεται.
«Η βλεννώδης ουσία έχει φτάσει από το στενό του Βοσπόρου μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα. Η Μαύρη Θάλασσα έχει ήδη μια πολύ μολυσμένη δομή, οπότε φέτος, με την αύξηση της θερμοκρασίας των υδάτων, η ακτή της Μαύρης Θάλασσας θα αντιμετωπίσει επίσης αυτή την βλεννώδη ουσία», προειδοποιεί ο Çetintaş.
Το φαινόμενο των αλγών στον Βόσπορο είναι ένα σαφές μήνυμα ότι η ανθρώπινη παρέμβαση στη φύση έχει φτάσει σε κρίσιμο σημείο. Αν και πρόκειται για ένα φυσικό φαινόμενο σε κάποιο βαθμό, η έξαρσή του και οι καταστροφικές του συνέπειες σχετίζονται άμεσα με την ανθρώπινη δραστηριότητα. Η διατήρηση του Βοσπόρου ως ζωντανού, υγιούς οικοσυστήματος δεν είναι μόνο ζήτημα περιβαλλοντικό — είναι πολιτισμικό, οικονομικό και βαθύτατα ηθικό.
Εν τω μεταξύ, ο - Ολλανδός μόνιμος κάτοικος της Κωνσταντινούπολης - Koenraad Marinus van Lier λέει στο BBC ότι δεν έχει καταφέρει ακόμη να κολυμπήσει, καθώς η βλεννώδης ουσία επιστρέφει στις ακτές της Burgazada, εκεί που βρίσκεται το σπίτι του. Και ξέρει επίσης καλά ότι ο όποιος καθαρισμός έλαβε χώρα ήταν κυρίως επιφανειακός, παραμελώντας να καθαριστεί η βλεννώδης ουσία που καλύπτει τον βυθό της θάλασσας.
«Το πρόβλημα είναι αυτό που δεν είναι ορατό», λέει ο van Lier. «Είναι σαν παγόβουνο».
«Θέλω να είμαι στο νερό», λέει ο van Lier, αλλά «η θάλασσα του Μαρμαρά πεθαίνει». «Φοβάμαι ότι είναι ήδη πολύ αργά».